ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΙΣ
Ο γάμος είναι χριστιανικόν μυστήριον, ευλογημένον από τον Κύριον
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 89
Όταν μέσα σε μια γλάστρα φυτεύωμεν δύο διαφορετικά λουλούδια, πώς θα ευδοκιμήσουν, δεν μπορούμε να ξέρουμε, γιατί το κάθε λουλούδι χρειάζεται ειδική καλλιέργεια. Έτσι είναι και εις την περίπτωσιν του γάμου. Διότι ο καθένας έχει ανατραφή διαφορετικά από τον άλλον και είναι δύσκολον να συνταυτισθούν ή να συνεννοηθούν, εάν δεν υπάρχει η πραγματική αγάπη. Έτσι γίνεται κάποια φορά και διαλύεται η σύμβασις του μυστηρίου.
Ο γάμος είναι χριστιανικόν μυστήριον, ευλογημένον από τον Κύριον. Και τώρα ας επανέλθωμεν εις τα άνθη. Άνθος είναι η ψυχή που βρίσκεται εις το σώμα του ανθρώπου, γλάστρα είναι το σώμα. Λίπασμα είναι η τροφή και διά να ευδοκιμήσουν τα δύο άνθη, πρέπει, παράλληλα με αυτήν, να τρέφωνται και με τροφήν πνευματικήν και αγνήν.
Ποία είναι η τροφή αυτή; Είναι η αγάπη, η ταπείνωσις, η υπομονή. Πού βρίσκομε αυτά τα τρία χαρίσματα; Μόνο κοντά εις τον Χριστόν, που αδιαλείπτως φροντίζει διά τα τέκνα του, που Εκείνος καταρτίζει με την ιδικήν του βούλησιν που είναι αλάνθαστη και ευλογημένη.
Ας προσευχώμεθα, να καρποφορήσουν τα δύο άνθη στη γλάστρα και να θρέψουν τον καρπόν τους. Ας προσευχώμεθα να καρποφορήσουν οι λόγοι του Ευαγγελίου εις την γλάστρα της ζωής σας προς δόξαν Θεού.
Ο σκοπός του γάμου
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 89
Είναι ένα ιερόν μυστήριον ο γάμος και δεν πρέπει η γυναίκα να αποφεύγει αυτόν, διότι είναι ασθενής ύπαρξις και αμαρτάνει ποικιλοτρόπως. Ο γάμος είναι ένας δεσμός ευλογημένος, διά να αυξάνη ο κόσμος. Ο γάμος είναι ένας τρόπος συμφιλιώσεως. Ένας τρόπος ηθικής νοικοκυροσύνης, που ο Θεός τον ευλόγησε, διά να φέρη καρπούς εύοσμους, να γίνη η γυναίκα μητέρα, να μεγαλώση παιδιά, να τα οδηγήση εις τον δρόμον της αγάπης του Χριστού, που λέγεται δρόμος της αθανασίας του Ουρανίου Πατρός.
Μη ζήτε εις την αμαρτίαν. Πάρετε γάμον, διά να ευλογηθήτε, να κουρασθήτε διά την φροντίδα των παιδιών.
Οι γονείς που οδηγούν τα παιδιά τους
σε φαύλον κύκλον, θα μείνουν ασυγχώρητοι
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 90-91
Εγράφη στο αυτοκίνητο ενώ επιστρέφαμε
από το προσκύνημά μας στο Μανταμάδο.
Φαύλον κύκλον εννοώ πάντα τα άπρεπα. Την άσεμνη ενδυμασία εις τον οίκον του Θεού και γενικά εις την ζωήν, καθώς και την κακήν διαπαιδαγώγησιν των τέκνων, που μερικοί γονείς τα σπρώχνουν προς ζημίαν της ψυχής των εις τα φθαρτά υλικά και άλλα πολλά.
Οι γονείς πρέπει να διδάσκουν τα παιδιά των μέσα σε θρησκευτικόν περιβάλλον, που είναι αλάνθαστον και ευλογημένον. Οι γονείς που οδηγούν τα παιδιά των εις τον φαύλον κύκλον, θα μείνουν ασυγχώρητοι.
Οι γονείς πρέπει να οδηγούν αυτά με μελετημένη παραβολική διδαχή, διά να είναι εις θέσιν να εννοήσουν και να γίνεται κατήχησις ορθή, διότι τους λόγους τους απλούς δεν τους συγκρατούν.
Φροντίσετε τα παιδιά σας, να τους δώσετε αρχές χριστιανικές, στολισμένες με την αγάπη και την ταπείνωσιν συνοδευομένην με τον φόβον του Θεού, που μόνον Εκείνος είναι ο κηδεμών του σύμπαντος. Ανάψετε στη ζωή των παιδιών σας το ακοίμητον κανδήλι που λέγεται Θεός. Φυτέψετε την εγκράτειαν του θυμού. Ο θυμός είναι δαίμων της πονηρής διαθέσεως. Φυτέψετε στα παιδιά σας την υπακοή και το σέβας εις τους μεγαλυτέρους των.
Το παιδί οφείλει να σέβεται τους γονείς. Όταν το παιδί ερεθίζει την μητέρα ή τον πατέρα, τι νομίζει πως κάνει; Νομίζει πως γίνεται μεγαλύτερος και πλέον έξυπνος και θέλει να γίνη αυταρχικός και να δίνη στους γονείς του το βλαβερό δηλητήριον που λέγεται ασέβεια.
Γιατί, τέκνον, ασεβείς απέναντι στους γονείς σου, που με τόσες φροντίδες και στερήσεις σε ανέθρεψαν;
Πρέπει να υπάρχη μεγάλη προσοχή των γονέων προς τα παιδιά
Βιβλίο «Μηνύματα», σελ. 95-96
Εδόθη και εγράφη: 31 Μαΐου 1963
Ήμουν στην εκκλησία του Αγίου Ραφαήλ. Κατά την ώρα της θείας λειτουργίας έπεσε το μάτι μου σε μια χελιδονοφωλιά που ήταν σε κάποια γωνία του Ναού. Εκεί πρόσεξα τη μεγάλη στοργή με την οποίαν φύλαγαν οι γονείς τα παιδιά των.
Σε λίγο άκουσα την φωνήν του Αγίου να μου λέη: «Οι γονείς πρέπει να παραδειγματίζωνται από τα πουλιά αυτά, που δεν είναι ικανά ούτε να σπείρουν, ούτε να θερίσουν και από το πώς προσέχουν, όταν κτίζουν την φωλιά τους.
Πρέπει να υπάρχη μεγάλη προσοχή των γονέων προς τα παιδιά. Πρέπει δηλαδή οι γονείς να προσέχουν τα παιδιά των από την βρεφικήν των ηλικίαν, διότι έρχονται στον κόσμο αγνά και πρέπει να φυτέψουν μέσα στον κόλπο της ψυχής των την διδασκαλίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ώστε να ανατείλη αργότερα πλουσία η συγκομιδή της φωνής του Ευαγγελίου. Να βλαστήσουν δηλαδή και να ευδοκιμήσουν οι ψυχές των παιδιών βλάστησιν χρήσιμον και να ευωδιάσουν. Ευωδίες είναι η αγάπη, η ταπείνωσις, η εγκράτεια και η υπομονή. Να κάνουν ρίζες, κλαδιά και ανθούς και να καρποφορήσουν με ταπείνωσιν τα έργα της αρετής.
Ας διδαχθούμε από το πώς τα πουλιά προσέχουν τη φωλιά τους και με πόσην καρτερικήν αγάπην και υπομονήν περιμένουν να ανατείλη ο ήλιος και να λάμψη το φως, για να πετάξουν στον αιθέρα, να γίνουν γονείς και να ζήσουν την οικογενειακή χαράν της μητρότητος. Η κάθε μητέρα, στην οποία ανήκει η μεγαλύτερη φροντίδα για την ανατροφήν των παιδιών, πρέπει να παραδειγματίζεται από την ταπείνωσιν της Αχράντου Παρθένου Μαριάμ, που είναι το υπόδειγμα των γυναικών».
Η μητέρα προς το παιδί
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 91
Η Μητέρα είναι υπεύθυνη διά το παιδί. Πρέπει να το διδάξη πως όλα ό,τι βλέπει τριγύρω του, είναι δημιουργήματα του Θεού, δι’ αυτό πρέπει να τον δοξάζουμε και να τον αγαπούμε. Η Μητέρα είναι εκείνη που θα οδηγήση το παιδί της εις την εκκλησίαν και θα συντελέση στο να γεννηθή μέσα του η πίστι του Χριστού και ποίος είναι ο σκοπός που πηγαίνουμε εκεί. Όταν ο άνθρωπος διδαχθή από μικρός, θεμελιώνεται η αγάπη εις τα έγκατα και τους πόρους της ψυχής του και ποτέ δεν φοβάται την παγίδα του εχθρού.
Αγαπάτε αλλήλους και φυτέψετε εις τας καρδίας των μικρών νεοσσών το ασάλευτο δένδρο, την αγάπη του Χριστού. Διότι, αν εις τους νεοσσούς φυτευθή η αγάπη του Χριστού, θα εύρουν τον δρόμον καλόν εις την ζωήν τους.
Προσεύχεσθε αδιαλείπτως, με γόνατα κλειστά, με δάκρυα, που να αναβλύζουν από την πηγήν της καρδίας. Διότι πρέπει ο νεοσσός να πλασθή και να μάθη πώς πρέπει να βαδίση εις την πρόχειρον ζωήν του και να γίνη καλός και ικανός άνθρωπος, διά να κερδίση την βασιλείαν των Ουρανών.
Οι γονείς πρέπει να διδάσκουν στα παιδιά τους
την Γέννησι, την Σταύρωσι και την Ανάστασι
του Χριστού
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 92
Εγράφη μέσα στο αυτοκίνητο ενώ πηγαίναμε
να εκκλησιαστούμε στην Αγιάσο.
Κάποτε υπήρχαν δυό παιδιά, ηλικίας ένδεκα-δεκατριών χρόνων. Καθώς εβάδιζαν σ’ έναν μακρυνόν δρόμον αντίκρυζαν και αντιμετώπιζαν διάφορα δημιουργήματα της φύσεως. Το κάθε παιδί σκεπτόταν, για το τι αντίκρυζε με τον δικό του τρόπο, χωρίς να το λέη στο άλλο.
Προχωρούσαν και έφτασαν μπροστά σ’ ένα ποτάμι. Αλλά μικρά και άπειρα όπως ήταν, εφοβήθηκαν, επειδή ήταν πολύ ορμητικό το ποτάμι και έστρεψαν προς τα πίσω. Τότε είπε το ένα στο άλλο: «Έ, φίλε μου, τώρα πώς θα περάσωμε απέναντι; Στο δρόμο είδαμε σκυλιά, είδαμε πουλιά, είδαμε διάφορα άγρια ζώα σαν παραμορφωμένα και δεν δειλιάσαμε. Τώρα βλέπομε ένα ποτάμι και σταματήσαμε με τόσον φόβο;»
Λέει τότε το άλλο: «Εγώ, στο δρόμο που προχωρούσαμε, για ό,τι έβλεπα, κρυφομιλούσα και έλεγα μέσα μου: ΄Όλα αυτά πώς βρεθήκανε σ’ αυτό το μέρος; Και αμέσως θυμόμουνα αυτά που η μητέρα μου και η γιαγιά μου μού έλεγαν σαν παραμυθάκι, πως ο Θεός έκτισε όλα τα πράγματα που υπάρχουν στη γη και ότι πρέπει να παρακαλάμε πάντοτε τον Θεό, να μας δίνει δύναμη, θέληση και υπομονή».
Το άλλο παιδί που άκουγε όλα αυτά είπε: «Αυτό που λες, φίλε μου, πρώτη φορά το ακούω. Δεν ξέρω τον Θεό, δεν ξέρω την προσευχή. Διότι δεν μου το είπε κανείς, ούτε η μητέρα μου ούτε η γιαγιά μου πως υπάρχει Θεός. Μου μίλησαν για διάφορα άλλα πράγματα που τα έβλεπα στο δρόμο, αλλά δεν ήξευρα ποιος τα δημιούργησε. Δεν μου είπαν ότι ο Θεός έπλασε εμένα και όλον τον κόσμο».
Και το καημένο το παιδί τόσο πειράχθηκε που άρχισε να λέη: «Γιατί, μητέρα, δεν μου είπες πως υπάρχει Θεός; Γιατί, γιαγιά, δεύτερή μου μάνα, δεν άνοιξες το στόμα σου να με οδηγήσης στον Θεό; Μόνον με άφησες παραπονεμένο και δυστυχισμένο να μην τον γνωρίσω; Και τώρα που βρήκα μπροστά μου αυτό το ποτάμι δεν γνωρίζω τι να πω; Εσύ, φίλε μου, γνωρίζεις τον Θεό και εδιδάχθης από τους γονείς σου. Πες μου και μένα αυτά που σου εδίδαξαν. Έλα να καθήσουμε στην όχθη του ποταμού να μου τα διηγηθής, να γίνω και εγώ σαν και σένα».
Πράγματι, τα δύο παιδιά εκάθησαν στην όχθη του ποταμού και διηγήθηκε το ένα στο άλλο, ό,τι του δίδαξε η γιαγιά του και εκείνο που δεν ήξερε τον Θεόν λέγει. «Σήκω επάνω, φίλε μου, να κάνουμε τον σταυρό μας και να φωνάξωμε: Θεέ μου, Θεέ μου, στέρεψε το ποτάμι να περάσωμε από το άλλο μέρος».
Και πράγματι, εκείνην την στιγμή που το είπαν αυτό, το ποτάμι ξεράθηκε, άνοιξε δρόμος και πέρασαν τα παιδιά και αμέσως ξανάρχισε να τρέχη με την γοργή του ορμή. Τα παιδιά άρχισαν πάλι να περπατούν. Ξαφνικά, βλέπουν μπροστά τους ένα μικρό σπιτάκι και πάνω στην στέγη έναν ωραίο Σταυρό με τον Χριστό εσταυρωμένον.
«Τι είναι αυτό;», ρώτησε το παιδί που δεν εγνώριζε τον Θεόν. «Ο Σταυρός», είπε το άλλο. «Και γιατί έχει επάνω αυτόν τον άνθρωπο;», ξαναρώτησε το πρώτο. «Ποιος είναι αυτός;» «Αυτός είναι ο Θεός. Σ’ αυτόν πρέπει να πιστεύωμεν», είπε το άλλο και τα δυο μαζί έσκυψαν και προσκύνησαν.
Τέκνα μου, εάν δεν υπήρχε η Γέννησις, η Σταύρωσις και η Ανάστασις του Χριστού, δεν θα υπήρχαμε εμείς οι χριστιανοί.
Γι’ αυτό, η πρώτη ανάγκη της μητέρας και του πατέρα είναι, να διδάξουν από την βρεφικήν ηλικίαν στα παιδιά, την Γέννησι, την Σταύρωσι και την Ανάστασι του Χριστού.
Όταν γνωρίση το παιδί αυτά τα τρία, δεν φοβάται τους ανθρώπους, το ποτάμι, τα ζώα, τα φυτά. Διότι υπάρχουν και φυτά που τα φοβάται, όπως τα αγκάθια, που δεν μπορείς να τα περάσης.
Πού πας, ώ τέκνον του Θεού, ποιον δρόμον θα βαδίσης;
Κοίταξε να βαδίσης τον δρόμον της υπομονής και της αγάπης, που δεν έχει αγκάθια ούτε ποταμούς. Έχει μικρή δίνη μα η προσευχή τρέχει και ενθαρρύνει.
Σπείρε τον σπόρον, γεωργέ, μ’ αγάπη στην ψυχήν σου, και παρακάλα τον Θεόν να δώση την ευχήν του.
Όταν διδαχθή ο άνθρωπος από μικρός, θεμελιώνεται η αγάπη στα έγκατα της ψυχής του και βαδίζει καλώς και ποτέ δεν φοβάται την παγίδα του εχθρού. Δεν επιτρέπεται οι καταρτισταί των γραμμάτων, που αναλαμβάνουν την αθώαν αυτήν χριστιανικήν ύπαρξιν, να την οδηγήσουν εις την ειδωλολατρείαν, εις το παίγνιον του Πονηρού, αλλά με αγάπη και χριστιανικήν αφοσίωσιν, να φυτέψουν στο άνθος αυτό την αγάπη του Χριστού στην ψυχήν του και τους λόγους του Κυρίου, που πηγάζουν από τον κορμόν του Ευαγγελίου και από την διδασκαλίαν του Αποστόλου Παύλου, που είναι η κορυφή, η αστείρευτος αγάπη των χριστιανών. Προσοχή λοιπόν στους διδασκάλους, διότι το μικρόν δέντρον, όταν το κτυπήση η αξίνη, μαραίνεται και δεν αναπτύσσεται κανονικά. Και τον μικρόν άνθρωπον από την βρεφικήν του ηλικία, αν τον κτυπήση η διδασκαλία η αντίχριστη και σατανική, σκλαβώνει αναγκαστικά την ψυχήν του, την αναστατώνει και την ζυμώνει με την αμαρτίαν και δεν ημπορεί να καθαρίση η σκέψις του να πλησιάση την χριστιανικήν μόρφωσιν.
Όταν ο άνθρωπος από μικρός χριστιανικά καλλιεργηθή, θα αισθάνεται και θα φοβάται την αμαρτία και θα την ξεχωρίζει από την καλή πράξι και θα υπάρχη μέσα του η πραγματική πίστις και η αγάπη προς τον Θεόν και θα ωφελεί την αθάνατον ψυχήν του.
Η καλή πράξις ξεχωρίζει. Όταν κόψης ένα άνθος και το προσφέρεις σε κάποιον διά να τον ευχαριστήσης, αισθάνεσαι μέσα σου μίαν ανέκφραστον χαράν.
Ας προσέχη πολύ η μητέρα, να μην αφήνη το παιδί άνευ της στοργικής διδασκαλίας του Χριστού, διά να σώση την ψυχήν του. Αμήν.
Είναι ανάγκη τα αδέλφια μας να διδάσκονται τον λόγον του Θεού
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 123-125
Οι γονείς να προσέχουν τα τέκνα των. Πρέπει να έχουν μέσα στην σκέψιν των, μήπως τα τέκνα των με την κοσμικήν εμφάνισιν αφήνουν την σκέψιν των να πλανάται εις την αμαρτίαν, χωρίς να σκέπτωνται την αιώνιον χαράν της αθανάτου ψυχής. Είναι ανάγκη λοιπόν να διδάσκωνται τα αδέλφια μας τον λόγον του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος εδίδασκε τον λόγον του Θεού και με αυτόν τον τρόπον ηνόησαν οι ξένοι λαοί και επίστευσαν εις τον Κύριον. Ήταν δυνατός εις τον λόγον ο Απόστολος Παύλος, ήτο φωτισμένος με το πνεύμα το Άγιον και βροντοφωνούσε εις την διδασκαλίαν του, νουθετούσε, εκαυτηρίαζε και επλημμύριζεν η καρδιά του από αγάπην, χαράν, ταπείνωσιν και υπομονήν.
Αυτά τα λόγια δεν πήγαν χαμένα.
Μήπως πάει χαμένος ο κόκκος του σιταριού όταν μένει κατά τους ατελείωτους χειμώνας μέσα στη γη; Βρίσκεται σκεπασμένος κάτω από το χιόνι και δεν παθαίνει τίποτε, ώσπου να θερμανθή και να φυτρώση. Δια τούτο πρέπει να έχωμεν ζυμωμένη την αγάπην και την υπομονήν με πίστιν θερμή μέσα μας, διά να ξεφυτρώση το σιτάρι και να δώση τον καρπόν του.
Όπως χωρίς το σιτάρι ο άνθρωπος δεν ημπορεί να ζήση, έτσι και δίχως την πίστιν και την αγάπην προς τον Θεόν ο άνθρωπος δεν ημπορεί πνευματικά να ευδοκιμήση.
Μη φροντίζετε μόνον διά τα υλικά αγαθά.
Μη φροντίζετε μόνον διά την ευπρέπειαν στην πρόχειρον ζωήν σας.
Μη φροντίζετε μόνον διά την καλλιέργειαν της παρούσης ζωής.
Φροντίζετε μόνον να υπερπηδάτε την κάθε θλίψιν, που ο καθείς λαμβάνει χωρίς να γνωρίζη το διατί.
Φροντίζετε μόνον να μην περνά η κάθε ημέρα χωρίς να ελέγχετε τι καλόν επράξατε διά την αναγέννησιν της ψυχής.
Μη φροντίζετε μόνον πώς θα εμφανισθήτε ενώπιον του κοινού διά να σας θαυμάσουν.
Μη φροντίζετε μόνον διά την παρουσίαν σας ενώπιον των ανωτέρων σας.
Μη φροντίζετε μόνον διά την προετοιμασίαν σας διά το καθετί που σας ελκύει εις την πρόχειρον ζωήν, διότι ήρθαμε διά να ζήσωμεν με αγάπην προς τον συνάνθρωπόν μας, να τον περιθάλψωμεν εν ώρα λύπης και συμφοράς. Ο Κύριος απέθανε διά του σταυρικού θανάτου και υπέμεινε τις μαστιγώσεις των απίστων. Πρέπει και ημείς να υποφέρωμεν διά την αγάπην Του προς ημάς και να γινώμεθα συμπαραστάτες εις τους πάσχοντας, που στερούνται πνευματικώς και σωματικώς. Αυτό είναι το θέλημα του Θεού, διά να γνωρίσωμεν την δύναμίν του και να είμεθα μετριόφρονες και ολιγαρκείς.
Μη μένετε λοιπόν αδρανείς και μη νομίζετε ότι είσθε εις θέσιν να ζήσετε ζωήν ενάρετον, άνευ της παρουσίας του Ουρανίου Πατρός.
Χριστιανική καθοδήγησις
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 96-97
Εγράφη μέσα στο αυτοκίνητο,
επιστρέφοντας από το προσκύνημά μας
στον Ταξιάρχη του Μανταμάδου, έχοντας
μαζί μας την πεντάχρονη εγγονούλα μας:
Των ανθρώπων, των φυτών, των ζώων, των πάντων και του πιο μικρού πράγματος που βρίσκεται στη γη, πατήρ είναι ο Θεός. Και το πετραδάκι και το φύλλο και το μικροσκοπικό έμβρυο στη γη, έχουν Εκείνον Πατέρα. Εις τους ουρανούς δεν υπάρχουν όσα εις την γην παρά μόνον άϋλα. Και ο Παράδεισος είναι άϋλος. Εάν ο Χριστός, όταν εδίδασκεν, ωμιλούσε με αυθάδη γλώσσαν, δεν θα ήτο υιός Θεού και κανείς, ήτο φυσικόν, δεν θα τον επίστευε και δεν θα τον ακολουθούσε. Ο Χριστός, όταν ήθελε να γίνει νοητός εις τα πλήθη, τα καλούσε και άρχιζε με γλυκειά γλώσσα, με γλυκειά και ήρεμη ματιά και τους μιλούσε με παραβολές. Γι’ αυτό πρέπει οι άνθρωποι στη γη να μιμούνται την διδασκαλίαν του Χριστού.
Όταν ένα μικρό παιδί βάζει τα χεράκια του σε ένα ακάθαρτο δοχείο και ο μεγαλύτερος που είναι κοντά του το μαλλώνει με αυθάδη τρόπον και απρεπή λόγια, τότε το κάνει να πονέση και όχι να αισθανθή αυτό που του λέει. Εάν όμως προσπαθήσης με τον γλυκό τρόπο και του εξηγήσης, πόσο κακό είναι αυτό για την υγείαν του, διότι μέσα στο ακάθαρτο νερό υπάρχουν πράγματα που το αρρωσταίνουν, τότε το παιδί θα σε κοιτάξη και δεν θα συνεχίση τον ρυθμόν του.
Εάν αισχρολογεί και το επαναλαμβάνεις και αισθάνεσαι αγαλλίασι, δεν είναι τρόπος αυτός χριστιανικής διδασκαλίας. Οφείλουν οι γονείς και όλοι οι γύρω, να καθοδηγούν το παιδί ορθά, διότι εάν το αφήνουν εκκρεμές, δεν θα ευημερήση εις την ζωήν και βλέπομεν εις τα χρόνια της ζωής των ανθρώπων, να γίνωνται οι άνθρωποι κακοί, μοχθηροί, κλέφτες, φονείς και πάσης φύσεως κακούργοι. Από πού προέρχονται όλα αυτά; Διότι δεν υπάρχει χριστιανική διδασκαλία και σοβαρή καθοδήγησις. Καθοδήγησις σοβαρή είναι του χριστιανικού περιβάλλοντος.
Και ας έρθωμεν εις τους μεγαλυτέρους, οι οποίοι έχουν γνώσεις ποικίλες, κοινωνικές, θρησκευτικές, αλλά δεν μπορούν να μεταδώσουν αυτό που αισθάνονται, διότι ομιλούν χωρίς ηρεμίαν και παραβολήν. Ο ήρεμος τρόπος είναι ο ίδιος ο Χριστός και φροντίσετε εγκαίρως να αποβάλετε την αυθάδειαν. Η παρατήρησις σε κάποιον που δεν κάνει κάτι ορθόν, πρέπει να γίνεται με καλόν τρόπον και κατά καιρούς, διά να συστέλλεται ο άνθρωπος. Πρέπει να μην τον συνερίζεσαι, αλλά να τον αγαπάς σαν τον εαυτόν σου. Αλλά για να αγαπάς τον συνάνθρωπόν σου σαν τον εαυτόν σου, πρέπει να αισθάνεσαι ότι αυτός που του κάνεις την παρατήρηση, είσαι συ ο ίδιος. Τότε μόνον τον αγαπάς.
Αυτή είναι η παράδοσις σε μας του Χριστού και όταν το μιμούμεθα, τότε μόνον θα οδηγηθούμε εις τον δρόμον πού είναι πλουτισμένος με θεϊκήν ανταύγειαν.
«Είναι λάθος που λένε: Είμαι εις την εκκλησίαν του Χριστού, και ξέγραψα τους γονείς»
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 156-157
Συζητούσαμε με κάποια χριστιανή και αναφερθήκαμε στο κομμάτι εκείνο, που λέει, ότι
οι μαθηταί του Χριστού παράτησαν τα πλοία τους και τα δίχτυα και τους γονείς τους
και τον ακολούθησαν. Εκείνη την στιγμή υπαγόρευσεν η αγία φωνή τα κάτωθι:
«Τον ακολούθησαν, αλλά η ψυχή τους δεν έπαψε να αισθάνεται τον πατέρα και την μητέρα και την αγάπη προς αυτούς. Άλλο η άρνησις κι άλλο να ακολουθήσης τον Χριστόν, που είναι ο Σωτήρ του κόσμου. Ο Κύριος δεν τους είπε να απαρνηθούν τους γονείς τους. Φυσικά, δεν μπορούσαν πια να ακολουθούν τον δρόμον και τας οδηγίας των γονέων των διότι ευρέθη εις τον δρόμον της ζωής των ο ίδιος ο Θεός, που τους έδωσε την ζωήν, τα πάντα. Αλλά, εάν αφήσης τον πατέρα σου και την μητέρα σου, θα σε εγκαταλείψη ο Θεός. Είναι λάθος που λένε: Είμαι εις την εκκλησίαν του Θεού, του Χριστού, και ξέγραψα τους γονείς.
Η καλόγρια φυσικά δεν μένει πια στο σπίτι των γονέων της, αλλά όχι και να μην μιλάς στους γονείς σου. Είναι σφάλμα αδιόρθωτον.
Αγαπώ τον Χριστόν, αλλά δεν θα αρνηθώ τους γονείς μου.
Υπάρχει πουθενά γραμμένο αυτό; Εάν το έλεγε αυτό ο Κύριος, δεν θα ελέγετο Θεός. Ο Θεός είπεν:
“Ευχαί γονέων στηρίζουσι θεμέλια οίκων.”
Βέβαια, ανωτέρα είναι η αγάπη προς τον Θεόν, αλλά μπορείς να αφοσιώνεσαι εις Εκείνον, χωρίς να παύσης να αισθάνεσαι την αγάπην των γονέων.
Ο Θεός έκανε πρόσκλησιν αλλά όχι αφαίρεσιν.
Διά να σωθή ο άνθρωπος, πρέπει να έχει πραγματικήν πίστιν και αγάπην. Στο μοναστήρι δεν σώζονται όλοι.»
Ο καθοδηγών τους άλλους πρέπει πρώτα
να ελέγχει τον εαυτόν του
Βιβλίο «Διδαχαί», σελ. 104-105
Εγράφη όταν δύο δασκάλες, καλές Χριστιανές,
είχαν έρθει στο σπίτι μου.
Διά να αποφύγει κάθε άνθρωπος την ροήν της κατακρίσεως και προπαντός όταν βρίσκεται εις την χριστιανικής διαπαιδαγώγησιν των παίδων, πρέπει πρώτα να εξετάση την σκέψιν του. Να κατατάξη αυτήν εις την προσταγήν του Κυρίου. Διά να είναι άξιος θαυμασμού, πρέπει διά της ταπεινώσεως να οδηγή τις παιδικές ψυχές προς ωφέλιμον παιδαγώγησιν, διά την μόρφωσιν του εσωτερικού τους κόσμου.
Η διαπαιδαγώγησις είναι το θείον εμβατήριον που πρέπει να σημαίνη ταπεινά και να δίνη την σωστήν πορείαν διά την σταδιοδρομίαν των νέων, ώστε να ωριμάση η σκέψις των μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης. Με αυτά τα εφόδια, τα ριζικά, αποφεύγει ο παιδαγωγός την ανθρωπίνην κατάκρισιν, η οποία βλάπτει και γίνεται αιτία μιας κακής συμπεριφοράς.
Διά να αποφεύγη κανείς την κατάκρισιν, πρέπει να εξετάζη την σκέψιν του, να την ελέγχη, ώστε να είναι πάντα ικανός προς τον ορθόν δρόμον. Να είναι ένα μόριο φωτεινό του Κυρίου, που εκείνος εδημιούργησε, διά την ψυχικήν ωφέλειαν των τέκνων του.
Ποτέ μη θελήσετε, χωρίς να εξετάσετε την σκέψιν σας, εάν είναι καλή και πλήρης αρμονίας προς δόξαν Θεού, να επιβληθήτε και να γίνετε εις τον άλλον παιδαγωγός.
«Γονείς σπείρετε τον πνευματικόν σπόρο
στα παιδιά σας»
Βιβλίο «Απάνθισμα», σελ. 27-29
εδόθη και εγράφη: 5 Ιανουαρίου 1964.
«Τέκνον Θεού, γιατί ο Παναγιώτης μακροχρονεί να στείλει απάντηση στο παιδί σας σε εκείνα που του γράφει; Είχε γράψει: “Δεν καταλαβαίνω πατέρα, τι είναι τα οράματα και μηνύματα της μητέρας μου”. Ο πατέρας είναι σε θέση να τον ενημερώσει, αλλά αμελεί και αναβάλλει την απάντηση. Πρέπει να πάρει αμέσως πρωτοβουλίαν και να του απαντήσει. Κάθε γονιός πρέπει, έχει υποχρέωση, να ενημερώνει και να νουθετεί τα παιδιά του σε θέματα της Πίστεως και να λέει στο παιδί του: “Πρόσεξε την ζωή σου, παιδί μου. Εξομολογήθεις; Να πας να εξομολογηθείς και να κοινωνήσεις.” Όχι να φοβάται το παιδί από άγνοια, αλλά να προσέρχεται με χαρά στα Θεία Μυστήρια.
Εμείς οι άνθρωποι, τέκνα μου, φοβόμαστε αυτά, διότι έχουμε σκέψη μολυσμένη, όχι ελεύθερη και καθαρή. Εμείς οι άνθρωποι έχουμε μάτι πονηρόν, ακοή πονηρήν, όσφρηση πονηρήν. Όλες οι επιθυμίες έρχονται διά των αισθήσεων. Τρέχει το βλέμμα πονηρά, κακά, διεστραμμένα. Άφησε, ώ άνθρωπε, το βλέμμα σου απλανές, όμορφο, καθαρό, αγάπα τον πλησίον σου και μην τον κρίνεις. Κρίνε τον εαυτόν σου.
Αυτά που λέγω τώρα, τέκνα μου, είναι γραμμένα στα διδακτικά Χριστιανικά βιβλία.
Γονείς, εάν δεν σπείρετε τον πνευματικόν σπόρο στα παιδιά σας, δεν θα έχετε καμμία πνευματικήν πρόοδο, ούτε εσείς, ούτε τα παιδιά σας. Αυτό λέγεται οικογενειακή Θεία περίθαλψις. Αυτή η περίθαλψις, η επιμέλεια, γίνεται από τους γονείς. Σε θρησκευτικά θέματα, μην φοβάσθε, γονείς, την αυστηρότητα στα παιδιά σας. Μην αφήνετε αυτή τη φροντίδα σε τρίτα πρόσωπα, φροντίζετε εσείς να βάλετε στην σκέψη του παιδιού, στον εσωτερικόν του κόσμο, την πίστη προς τον Θεό και την αγάπη στον πλησίον του. Μη μεριμνάτε περί πολλών άλλων πραγμάτων και αμελείτε την Χριστιανικήν νουθεσίαν των παιδιών σας. Μην κάνετε αυτό που έκαμε η Μάρθα, όταν ο Χριστός πήγε στο σπίτι της. Η μία αδελφή άκουγε τον Κύριον και η άλλη ετοίμαζε υλικά πράγματα και τακτοποιούσε το σπίτι, ενώ εγνώριζε, ότι ήταν παρών ο Κύριος. Και ο Χριστός τότε είπε:
“Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζεις περί πολλά, ενός δε έστι χρεία.” Η Μάρθα ένα χρειαζόταν, να σταθεί έμπροσθεν του Κυρίου και να ακούει τον λόγον Του.
Δι΄ αυτό, τέκνα μου, να μη μείνετε αδιάφοροι. Δεν θέλω οι αποψινοί μου λόγοι να μείνουν νεκροί.
Ο άνθρωπος που μελετά τους λόγους του Κυρίου, πρέπει να σπέρνει τον σπόρο του διαβάσματος, χωρίς να φοβάται ούτε τους μικρούς, ούτε τους μεγάλους. Διότι πολλές φορές ο λόγος και στους μεγαλύτερους γίνεται χρήσιμος. Αλλά ποιος λόγος γίνεται χρήσιμος και ωφέλιμος;
Είναι ο λόγος από την μελέτη των Θείων προφητικών λόγων και τις οράσεις των Αγίων, που είναι δώρα του Ουρανίου Πατρός.
Μην αμελείτε γονείς και αφήνετε το έδαφος απροστάτευτο και ακαλλιέργητο των παιδιών σας. Η συνεχής μελέτη και η διδασκαλία διδάσκει τον άνθρωπον. Είναι σαν το εργόχειρο που αρχίζεις, το επιμελείσαι και θέλεις με κάθε μέσον, να το φέρεις εις πέρας. Έτσι είναι η διδασκαλία της Χριστιανικής μορφώσεως της αλήθειας και της αγάπης.»
Οι γονείς, τούτη την εποχή, δεν φροντίζουν να διδάξουν στο παιδί
τα Θεία λόγια του Ουρανίου Πατρός,
αλλά προσέχουν τα βλαβερά και ανήθικα διδάγματα
που δημιουργούν ένα απρεπές περιβάλλον στο παιδί
Βιβλίο «Απάνθισμα», σελ. 58-62
Εδόθη και εγράφη: 9 Αυγούστου 1986.
«Τούτη η εποχή, τέκνον του Θεού, είναι χειρότερη από τα Σόδομα και Γόμορα. Είναι χειρότερη από την εποχήν του κατακλυσμού, επί Νώε. Και τότε ήταν σκληροί οι άνθρωποι απέναντι του Θεού, αλλά τώρα υπάρχει μία έντασις και σαρκικού εκφυλισμού και ασεβείας. Το παιδί δεν σέβεται τους γονείς, ούτε ο σύζυγος την σύζυγον, το αυτό και η σύζυγος τον σύζυγον. Το μωρό και το παιδί έχει αισθήσεις, αλλά πρέπει να καλλιεργηθεί χριστιανικά διά να ωριμάσει. Η σαρκική έντασις είναι τελείως καταστρεπτική διά το παιδί.
Με την λανθασμένη έννοιαν της ελεύθερης ζωής, εξοκείλει ο σημερινός κόσμος και δεν σέβεται ο ένας τον άλλον, ούτε το παιδί τη μάνα, ούτε η μάνα το παιδί. Η μάνα κοιτάζει μόνο πώς να ικανοποιεί τις κακές επιθυμίες του παιδιού της και φροντίζει να σβήσει την αγάπην του Χριστού, που πάντα υπάρχει σε κάθε Χριστιανό. Οι γονείς δεν φροντίζουν να διδάξουν στο παιδί τα Θεία λόγια του Ουρανίου Πατρός, αλλά προσέχουν τα βλαβερά και ανήθικα διδάγματα, που δημιουργούν άγχος, μέριμνες και ένα απρεπές περιβάλλον στο παιδί. Θέλουν να περιθάλπονται τα παιδιά την απρεπή και κουραστικήν πεζοδρομίαν. Πεζοδρομία λέγεται και είναι, όταν περπατάς και περπατώντας, να βρίσκεσαι πότε σε ομαλόν έδαφος, πότε σε ανώμαλον και πότε σε κακοπερπατημένον.
Συ, ώ άνθρωπε, αν αυτή την εικόνα της πεζοδρομίας λίγο σκεφθείς, θα βρεις μόνος σου την λύσιν. Ο κακοπερπατημένος δρόμος είναι ο δρόμος της ανηθικότητος, ο δρόμος της αμαρτίας. Εκεί σιγά-σιγά χάνεις την ισορροπίαν σου, προχωρείς χωρίς φόβον Θεού. Γίνεσαι ένα κινητόν όργανον της πλανεμένης φαντασίας σου και πεζοδρομείς σε λανθασμένον δρόμον.
Γιατί, ώ άνθρωπε, δεν κάνεις μίαν ορθήν σκέψιν εφ΄ όσον γνωρίζεις το Ευαγγέλιον, που είναι αλάνθαστον διότι εκεί διδάσκει ο ίδιος ο Κύριος;
Γιατί, ώ άνθρωπε, αφήνεις αχαλίνωτη την σκέψιν σου και προχωρείς στο σκοτάδι; Αφήνεις το φως το άσβεστον, το αγαθόν, το μυρωμένον, το αγιασμένον, που είναι η φωνή του Ευαγγελίου και σπρώχνεις το παιδί σου, χωρίς φόβον και παίρνει τον κατηφορικόν δρόμον με τα σκοτεινά στοιχεία; Η λέξις “στοιχεία” είναι βασική και πολύ συνηθισμένη: “Έχω τα στοιχεία του, γνωρίζω ποιος είναι.” Στοιχεία υπάρχουν και στα έμψυχα και στα άψυχα.
Κάποτε ένας πατέρας με το παιδί του είχε μία μικρή παρεξήγηση. Ο πατέρας οδηγούσε το παιδί του με την αλάνθαστη σκέψιν του, διότι ήταν πολύ μελετημένος στα Χριστιανικά του καθήκοντα. Αλλά το παιδί του ούτε κάν αισθανόταν τις συμβουλές ή τις παρατηρήσεις τού πατέρα. Μέσα του ένιωθε κάτι να τον βασανίζει, ακούγοντας τα λόγια του πατέρα, αλλά αδιαφορούσε σε τέτοιο σημείον που αισθανόταν έναν παλμόν ερεθίσεως. Πάλευε και πάλευε με αυτόν τον παλμόν, αλλά δεν μπορούσε να νικήσει διότι δεν είχε ορθήν σκέψιν.
Αυτό διήρκεσε επί πολλά χρόνια. Και ήταν μία παρακοή προς τον πατέρα του. Ο πατέρας βλέποντας την τρομερήν ασέβειαν του παιδιού του, ότι δεν μπορούσε να το νουθετήσει και να το καταρτίσει, προσευχόταν μέρα-νύχτα στον Θεόν. Μια μέρα που καθόταν μόνος του στο σπίτι, χτυπάει η πόρτα, τρέχει και ανοίγει. Μα τι βλέπει; Βλέπει το παιδί του να είναι περιβεβλημένο με διαφορετική στολή. Ο πατέρας δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει το παιδί του. Τότε άρχισε και πάλι να το συμβουλεύει. Ξαφνικά ο γιος του ένοιωσε μέσα του κάτι, μίαν ανησυχίαν, μίαν σκέψιν, ότι πρέπει να αφήσει τον εαυτόν του ελεύθερον και να οδηγηθεί προς τους λόγους του πατρός του, αλλά του ήτο πολύ δύσκολο διότι νικούσε το κακό και έφυγε.
Ο πατέρας έπεσε σε διαρκή προσευχήν.
Κάποια άλλη μέρα νίκησε η καλή σκέψις στον γιο του και από ευχαρίστησιν αναγκάστηκε να φορέσει κάποιο άλλο ντύσιμο και κτύπησε την πατρική πόρτα. Ο πατέρας δεν τον αναγνώρισε. Ξαφνιάστηκε όμως, όταν είδε το παιδί του να πλησιάζει με λυγμούς, με σεβασμό και δάκρυ, φιλώντας τα πόδια του και λέγοντας: “Πατέρα, ήμουν πολύ παρήκοος στους λόγους σου, το ένοιωθα, αλλά δεν είχα την δύναμη να σε εννοήσω. Τώρα ξαφνικά αλλά αργά, αισθάνομαι μέσα μου τον στραβό δρόμον που ακολουθούσα. Σήμερα ξαφνικά, αισθάνθηκα μέσα μου κάτι σαν ρίγος, σαν βοή και τότε κατάλαβα ότι ο άνθρωπος μόνον αν τον επισκιάσει η Χάρις του Θεού μπορεί να ευδοκιμήσει στη ζωήν του.”
Τέκνα του Θεού, άνευ της δυνάμεως του Κυρίου δεν μπορεί ο άνθρωπος να βαδίσει στον ομαλόν δρόμον.
Κάθε γονιός πρέπει να το προσέξει αυτό. Η διδασκαλία πρέπει να γίνεται από την παιδικήν ηλικίαν, που δεν είναι πλασμένη. Και η προσευχή είναι το μέσον που μπορεί ο γονιός, ο κάθε άνθρωπος να επαναφέρει τον άνθρωπόν του στον ομαλόν δρόμον. Ακούραστη πρέπει να είναι η προσευχή σου, άνθρωπε, με την ακριβή πεποίθησιν ότι μίαν ημέρα θα γίνει το θέλημα του Ουρανίου Πατρός.
Δεν πρέπει οι γονείς να οργίζονται με τα παιδιά τους, ούτε με τα παραστρατημένα, αλλά να προσπαθούν πάντοτε αθόρυβα, με προσευχήν και υπομονήν, την επαναφοράν τους στον ορθόν δρόμον. Διότι και οι ίδιοι οι γονείς, πολλές φορές, έχουν σφάλει στην ανατροφήν των παιδιών τους. Η νουθεσία, με αγάπην και αυστηρότητα, φέρνει το αγαθόν αποτέλεσμα. Το παιδί μεγαλώνοντας θυμάται ορισμένους κανονισμούς της οικογενείας και δεν μπορεί εύκολα να εξοκείλει, να λοξοδρομήσει στην λανθασμένην πεζοδρομίαν.»
«Στον άνθρωπον που υπεραγαπά τον Κύριον, φωτίζεται ο νους του και ομιλεί ορθά στον συνάνθρωπόν του»
Βιβλίο «Απάνθισμα», σελ. 125-127
«Όταν ήμουν στην ζωή, ποτέ δεν μάλωσα με κανέναν άνθρωπο. Από παιδί πήγα σε Μοναστήρι και έπεσα στους κανονισμούς της μοναστικής ζωής. Ποτέ δεν μίλησα άσχημα, ούτε πονηρά, ούτε λανθασμένα, ούτε παρήκοα, ούτε διφορούμενα. Μιλούσα πάντα με αγάπη στα πνευματικά μου τέκνα και με πρόσκλησιν διά της χειρός: “Έλα εδώ τέκνον του Θεού”, του ομιλούσα με παραβολές και αφηγήσεις που έβγαιναν από το στόμα μου, διότι υπεραγαπούσα τον Κύριον και Ουράνιον Πατέρα.
Ο άνθρωπος, που υπεραγαπά τον Ουράνιον Πατέρα, φωτίζεται από Αυτόν και λέει στον συνάνθρωπόν του λόγια, που δεν είναι ανάγκη να τα έχει κάπου διαβάσει. Όταν υπεραγαπάς τον Κύριον και αφοσιώνεσαι σε Αυτόν, Εκείνος σε φωτίζει και σε καθοδηγεί, ώστε να έχεις γλυκειά γλώσσα και καθαρή σκέψιν. Τότε, θα ευδοκιμήσεις και στον Ουρανόν. Διότι, από εδώ, από την ζωή της γης θα εφοδιασθούμε για την άλλη ζωή, την ατελείωτην, σε τόπο φωτεινόν και χλοερόν.
Μεγάλο εφόδιο για την άλλη ζωή, είναι η εδώ ανυπόκριτη αγάπη στον συνάνθρωπόν μας και το να βαδίζουμε στον σωστό δρόμον του Κυρίου, που είναι άβλαβος και άκακος. Ήμουν αυστηρός, αλλά όχι με αυστηρότητα κακίας. Είχε ζυμωθεί μέσα μου η αυστηρότητα της αγάπης, διότι υπάρχει και αυστηρότητα από αγάπη.
Με αγάπη καλούσα τα πνευματικά μου τέκνα, λέγοντας: “Έλα εδώ, τέκνον του Θεού, να συνομιλήσουμε”. Καθόμαστε κοντά-κοντά πάνω σε κάτι παράξενα σκαμνιά, διότι τότε δεν υπήρχαν καθίσματα και αρχίζαμε την πνευματική μας συνομιλία. Πρώτα άρχιζα με το: “Tι κάνεις τέκνον μου, πώς πέρασες την ημέρα σου, την νύχτα σου, έκανες προσευχή, παρακάλεσες τον Ουράνιον Πατέρα να σε συνοδεύσει, να σε συντροφεύσει;”.
Στην αρνητική του απάντηση, τον ρωτούσα: “Για ποιον λόγον τέκνον του Θεού;”. Και όταν έδινε την απάντησίν του, εγώ -με του Θεού την δύναμιν- εύρισκα λόγια όμορφα, κατάλληλα και σίγουρα, που έβγαιναν μέσα από την καρδιά μου και άρχιζα να τον καταρτίζω.
Εκείνος με πρόσεχε με μάτια συνεσταλμένα, σαν μεγαλύτερος που ήμουν, και αυτό μου έδινε έντονη χαρά. Όταν έβλεπα το βλέμμα του θλιμμένο και σκεπτικό, τότε σιγά-σιγά του έθετα κανόνες και του έλεγα: “Θα τους τηρήσεις επί είκοσι ημέρες.” Όταν περνούσαν οι ημέρες αυτές, κάναμε την ίδια συζήτηση. Όταν είχε τακτοποιηθεί πνευματικά, γαλήνευε η σκέψις και η ψυχή του. Τότε αρχίζαμε άλλες συζητήσεις, με Ουράνιες διδαχές.
Στη ζωή μου ήμουν πολύ προσεκτικός και αγαπούσα την νοικοκυροσύνην. Στην Εκκλησία και στο κελλί μου υπήρχε τάξις. Το κάθε πράγμα στην θέσιν του και όλα καθαρά μέσα και έξω.
Πρόγραμμα στη ζωή σας λίγο και καλό, και πάντα με φόβον Θεού.»
«Μόνον η αγάπη του Θεού μορφώνει και διαμορφώνει την αίσθησιν της σκέψεως»
Βιβλίο «Απάνθισμα», σελ. 121-123
«Τέκνον Θεού Αικατερίνη, όταν ήμουν στην ζωή δεν είχα μεγάλη σχολικήν μόρφωσιν, όπως γράφουν σε βιβλίο, αλλά είχα μεγάλη πίστιν και φόβον Θεού. Είχα πάντοτε εγκράτεια στην σκέψιν μου. Δηλαδή, εις την σκέψιν μου αισθανόμουν το λανθασμένον, το άπρεπον, που είναι και τα δύο το ίδιο.
Ναι, βέβαια, πήγα και σπούδασα εκείνην την εποχήν, αλλά με την μόρφωσιν μόνον των γραμμάτων δεν διδάσκεται ο άνθρωπος για να ακολουθήσει άφοβα τον δρόμον της ζωής του. Μόνον η αγάπη του Θεού μορφώνει και διαμορφώνει την αίσθησιν της σκέψεως που αντανακλά εις τα βήματα της ζωής, όπως ο Κύριος εδίδαξε.
Προχωρείτε και προσεύχεσθε, για να αισθάνεσθε ακούραστα την άφθονην, την ανεξάντλητην ευλογίαν του Κυρίου, και την ευλογημένην και εμπνευσμένην διδασκαλίαν του Αποστόλου Παύλου.
Ο Απόστολος Παύλος ήταν διώκτης των Χριστιανών, αλλά όταν βρέθηκε σε εμπαιγμούς εξετάσεων διαφόρων υποθέσεων, όπως ο λιθοβολισμός του Στεφάνου και άλλα, τότε αναστατώθηκε ο εσωτερικός του κόσμος και βροντόφωνα μίλησε η αγάπη του Θεού, του Ουρανίου Πατρός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, που εγεννήθη εκ της Παρθένου Μαρίας και συνελήφθη εξ Αγίου Πνεύματος, άνευ σποράς ανθρωπίνης φύσεως.
Πολλοί πλανημένοι άνθρωποι ερωτούν: “Πώς γίνεται να γεννηθεί άνθρωπος εξ αοράτου δυνάμεως;”. Οι πλανημένοι περιγελούν και καγχάζουν και προσπαθούν να εύρουν κάποιαν δικαιολογίαν και απαντούν: “Άνευ σαρκικής επεμβάσεως, ουδείς γεννιέται.” Το λένε αυτό, ξεύρετε γιατί; Διότι το βλάσφημο πνεύμα εξυψώνει την πορνείαν, η οποία είναι άνευ προόδου Θείας δυνάμεως, και ωθεί τους ανθρώπους να βαδίζουν τον άστατο και πλανημένον δρόμον της αμαρτίας.
Ο Απόστολος Παύλος είχε την αδιαφορίαν και την αμέλειαν να μελετήσει την Χριστιανικήν πίστιν. Αλλά βλέποντας κατά καιρούς σημεία Ουράνια, άρχισε να διερωτάται. Όμως, τα αψηφούσε όλα και περνούσαν απαρατήρητα. Αλλά βαδίζοντας καθ΄ οδόν, μία ασθενής του αίσθησις διά την Χριστιανικήν πίστιν, η οποία ήτο εν τω κρυπτώ, αισθάνθηκε μίαν αόρατην αστραπήν αγάπης, διότι η αγάπη του Θεού έρχεται στον άνθρωπο σαν αστραπή και η ανθρώπινη θέλησις του Παύλου ανετινάχθη εις τα ύψη της Αγάπης του Θεού.
Ο Παύλος μετά το βάπτισμα ελάτρευε, αγαπούσε και υμνούσε τον Κύριον. Ο Παύλος αγαπούσε τα πάντα. Αγαπούσε περισσότερο τα έμψυχα από τα άψυχα. Τα άψυχα είναι ζώα ποικίλης μορφής. Έμψυχο μόριον είναι η ανθρώπινη ύπαρξις, ο άνθρωπος.
Τα έργα του Κυρίου είναι ανεξίκακα, είναι γεμάτα αγάπην και υπομονήν. Αν ο Κύριος δεν είχε αγάπην και υπομονήν επάνω στον Σταυρόν του μαρτυρίου Του, δεν θα υπήρχε η ανεξάντλητη αγάπη Του, που αδιαλείπτως την προσφέρει στην ζωήν σας.»
«Η συμπαράστασις, η γλυκειά γλώσσα, θα ειρηνεύει το κάθε τι στη ζωή σας»
Βιβλίο «Απάνθισμα», σελ. 123-124
«Όταν έκανα προσευχή, τέκνον μου, πάντα θυμόμουν την μητέρα μου. Ερχόταν στη μνήμην μου η γλυκειά μορφή της. Η ψυχή της βρισκόταν σε μία καλή θέση στους Ουρανούς. Καλήν θέσιν εννοούμε, το καλοκαίρι δροσιά και τον χειμώνα ζεστασιά.
Αυτή η μάνα ποτέ δεν είπε κακό λόγο, ποτέ δεν αντέτεινε σε τίποτα, ποτέ δεν αγανάκτησε, ό,τι και να συνέβαινε στην ζωήν της. Τώρα χαίρει διά τον υιόν της Ραφαήλ. Έχει θέσιν καλής Χριστιανής στους Ουρανούς και αγάλλεται βλέποντας τον υιόν της. Αισθάνεται την δόξαν και την εξουσίαν που του έδωσε ο Θεός.
Όλοι οι Άγιοι, τέκνον μου, είχαν τον άνθρωπον που συνομιλούσαν. Ο Άγιος Αντώνιος, ο Άγιος Γεράσιμος, ο Άγιος Νεκτάριος, όλοι οι Άγιοι.
Δεν μπορεί κανείς να ζήσει χωρίς την ανθρωπίνην συμπαράστασιν. Όλοι οι άνθρωποι του Θεού έχουν τους πνευματικούς ανθρώπους που συνομιλούν στην, κατά κόσμον, ζωήν τους. Δεν είναι εύκολον να ζεις μόνος σου, πρέπει να υπάρχει σύντροφος.
Η Αγία Βαρβάρα είχε την Αγίαν Ιουλίαν και όλοι οι Άγιοι είχαν συμπαράστασιν. Η ιερά υπόθεσις έχει ανάγκην και συμπαραστάτου, ανθρωπίνης φύσεως. Άλλο είναι η δύναμις του Θεού και άλλο η ανθρωπίνη συμπαράστασις. Δι΄ αυτό πρέπει να υπολογίζεται η συμπαράστασις του άλλου, πέραν από την δύναμιν του Θεού.
Η συμπαράστασις, η γλυκειά γλώσσα, θα ειρηνεύει το κάθε τι στη ζωή σας. Αυτό ιδιαίτερα να το φροντίζετε στη ζωή σας.
Τη γλυκειά γ λ ώ σ σ α.»
Ο άνθρωπος, για να ομιλεί σωστά και να νουθετεί τον συνάνθρωπόν του, χρειάζεται μελέτη
Βιβλίο «Απάνθισμα», σελ. 54-56
«Ο άνθρωπος, για να ομιλεί σωστά και να νουθετεί τον συνάνθρωπόν του, χρειάζεται μελέτη, δηλαδή προσεκτικό διάβασμα της Αγίας Γραφής.
Ο άνθρωπος, πρέπει να προσέχει όταν ομιλεί γενικώς, διότι πολλές φορές βλάπτει τον ακούοντα. Διότι, τον συνάνθρωπόν μας είναι δυνατόν να τον βλάψουμε ποικιλοτρόπως, αλλά και με την ομιλίαν. Άνθρωπε, όταν βλάπτεις τον συνάνθρωπόν σου είναι σαν να αρνείσαι τον Χριστόν, σαν να μην ομολογείς την Γέννησιν, την Ταφήν και την Ανάστασίν Του.
Γι΄ αυτό επαναλαμβάνω ότι, για να ομιλείς, άνθρωπε, σωστά και όχι λανθασμένα και βλάπτεις τον συνάνθρωπόν σου, χρειάζεται προσεκτική μελέτη για να βρίσκεις την αλήθειαν. Πολλές φορές λέμε: “Διάβασέ το, μελέτησέ το προσεκτικά, να το καταλάβεις, να διακρίνεις το καλόν από το κακόν, το ορθόν και το λάθος”. Όταν η σκέψις σου δεν είναι σωστή, δεν θα πεις “η κακή μου σκέψις”, αλλά “η λανθασμένη μου σκέψις”.»
Αυτά μου τα υπαγόρευσε η αγία φωνή και εγώ τα επαναλάμβανα σε κάποια επισκέπτρια στο σπίτι μου, η οποία και τα κατέγραφε. Κάποια στιγμή ερώτησε η επισκέπτρια: «Ποιο είναι το χειρότερο, το λάθος ή το σφάλμα;». Τότε η αγία φωνή υπαγόρευσε τα εξής:
«Το σφάλμα είναι πολύ χειρότερον από το λάθος. Το λάθος γίνεται από απροσεξίαν. Δηλαδή, δεν το πρόσεξα και λοξοδρόμησα. Το σφάλμα είναι αμάρτημα. Το σφάλμα έχει ευρύτερη έννοιαν, ενώ το λάθος είναι μία απροσεξία. Γι΄ αυτό όταν προσέχεις, λάθη δεν γίνονται. Το σφάλμα είναι πιο έντονο και κουραστικό για τον εαυτόν σου, διότι σφάλλεις και σε περιπτώσεις που είναι αδιόρθωτες. Πολλές φορές συνηθίζεται να λέμε: “Έκανα λάθος, έσφαλα.” Αυτή όμως η έκφρασις, τέκνα μου, δεν είναι σωστή. Άλλο λάθος και άλλο σφάλμα. Το σφάλμα προετοιμάζεται. Δε λες, “Θα το κάνω και όπου θέλει ας πάει;”. Σφάλλεις λοιπόν από εγωϊσμόν, πιστεύοντας στην μεγαλοφυΐαν σου. Σφάλλεις, γιατί θέλεις να εξυψώσεις τον εαυτόν σου. Και ο άσωτος υιός τής παραβολής του Κυρίου σφάλμα έκανε. Το προμελέτησε να φύγει, έκανε προετοιμασίαν. Δεν έφυγε αυθόρμητα, αλλά σκέφθηκε πονηρά, να πάρει την περιουσίαν του πρώτα. Έκανε σφάλμα προμελετημένο και δι΄ αυτό ζήτησε μετά συγγνώμην από τον πατέρα. Προσέχετε, Χριστιανοί, την ζωήν σας, να κυλήσει χωρίς λάθη και, πολύ περισσότερον, χωρίς σφάλματα.»
Συμπεριφορά εν ώρα φαγητού
Βιβλίο «Απάνθισμα», σελ. 127-128
«Δεν εγνώρισα πατέρα, τέκνον, αλλά διδάχτηκα και γνώρισα όλα τα Χριστιανικά πράγματα της ζωής από την Χριστιανή μητέρα μου. Ήταν πολύ καλή Χριστιανή και εγώ πολύ ενάρετο παιδί. Μικρός πήγα στο Μοναστήρι και εκεί σιγά-σιγά διδάχτηκα και άλλα Χριστιανικά καθήκοντα. Εκεί έμαθα, ότι το πρώτο που ευλόγησε ο Χριστός ήταν η τράπεζα του φαγητού, στον γάμο στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου έκανε και το πρώτο θαύμα μετατρέποντας το νερό σε κρασί.
Γι΄ αυτό, όταν είμεθα στην τράπεζα του φαγητού πρέπει να κάνουμε προσευχή, πριν αρχίσουμε το φαγητό.
Εφ΄ όσον έγινε η προσευχή, παρευρίσκεται ο Χριστός και πρέπει να προσέχουμε τα λόγια μας, την σκέψιν μας και τα πάντα, να είναι Χριστιανικά.
Να θυμόμαστε πάντα ότι μέσα σ΄ αυτό το ψωμί, που είναι πάνω στο τραπέζι, υπάρχει όλος ο κόσμος. Διότι μ΄ αυτό γίνεται η Θεία Κοινωνία, μετατρέπεται σε σώμα Χριστού και είναι το πρώτο που ευλόγησε ο Χριστός στον Μυστικό Δείπνο. Και μετά ευλόγησε τον οίνον που μετατρέπεται σε αίμα του Κυρίου, στην Αγία Κοινωνία.
Τα πάντα να γίνονται Χριστιανικά και εν ώρα φαγητού, για να έχετε την ευλογίαν του Κυρίου.»
ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ:
- Η ζωή του ανθρώπου: «Οπές και κουφάλες» (πρέπει να νουθετείται το παιδί από πολύ ενωρίς)